Τρίτη, 16η Απριλίου 2024  11:43 πμ
 
wm small
Παρασκευή, 14 Απριλίου 2017 18:48

Ο εκκεντρικός καλλιτέχνης Πάνος Χαραλάμπους, εικονοκαλλιεργητής του καπνού από το Ξηρόμερο

Αν βρίσκετε το άρθρο ενδιαφέρον κοινοποιήστε το

Ο καλλιτέχνης Πάνος Χαραλάμπους είναι ένας εικονοκαλλιεργητής του καπνού. Ένας φιλόκαπνος που δεν έχει καπνίσει ποτέ. Μέχρι σήμερα.

Ο Πάνος Χαραλάμπους είναι μια εκκεντρική φιγούρα. Γόνος καπνοκαλλιεργητών από το Αγρίνιο, έφυγε για σπουδές με σκοπό να ξεφύγει από τα καπνοχώραφα. Όταν όμως ήρθε σε επαφή με το ιταλικό κίνημα της Arte Povera, αποφάσισε να επαναπροσδιορίσει τον καπνό μέσω της Τέχνης και της ιδιαίτερης κοινωνιολογίας του.

«Το τσιγάρο, ο καπνός, η πίπα, το οτιδήποτε, ήταν πάντα αυτό που προάγει την κατάσταση. Από τα ερωτικά κείμενα μέχρι τις κοινωνικές συμπεριφορές. Ο άλλος με μια πίπα γράφει, με το τσιγάρο θα επιχειρήσει να φλερτάρει. Έχει επίσης και μια φετιχιστική διάσταση. Ο καπνιστής έχει και διάφορα αντικείμενα, τις πίπες του. Είναι μια ιεροτελεστία. Πέρα από τις τελετές του καπνού που έκαναν οι Ινδιάνοι, η πίπα της ειρήνης και τα λοιπά, υπάρχει και μια τελετουργία στην καθημερινή ζωή. Είμαι λάτρης του να παρατηρώ όλες τις ειδικές συμπεριφορές των καπνιστών. Ως παρατηρητής, γιατί δεν κάπνισα ποτέ, βλέπω ότι υπάρχει μια αναλογία στην κοινωνική ύπαρξη και την τελετουργία του καπνίζειν. Η γκόμενα που θα φυσήξει τον καπνό της αισθησιακά, ο ναυτικός που θα βάλει τον καπνό στο τσιμπούκι του, ο αλήτης που θα πάρει μια γόπα, θα κάνει ένα παφ – πουφ και θα το πετάξει, ο λάτρης της μυρωδιάς του καπνού που θα πάρει την ώρα του και θα το απολαύσει. Είναι ένας χρόνος τελετουργικός, ένας ελαστικός χρόνος. Είναι κοντά στον ποιητικό χρόνο, που δεν είναι ωρολογιακός, ένα – δύο – δέκα ας πούμε. Ή ακόμα μοιάζει και με τον ερωτικό χρόνο, που λες «Τελείωσε ή δεν τελειώσε; Πού βρίσκομαι;».


Ο αδερφός μου που είναι στο Αγρίνιο καλλιεργεί μικρές ποσότητες που τις διακινεί παράνομα, όπως και όλοι οι καπνοπαραγωγοί που δεν έχουν πια παραγωγή. Με τριάντα ευρώ παίρνεις μια πολύ καλή ποιότητα, ενώ ανάλογη ποσότητα βιομηχανοποιημένη, τσιγάρα ή καπνός περιπτέρου δηλαδή, κάνει τριακόσια. Αυτό είναι ένα τεράστιο οικονομικό γεγονός και όχι μόνο. Η παραγωγή του καπνού είναι χημεία. Από μικρός που τα παρακολουθούσα στο σπίτι, έβλεπα ότι υπάρχει μια ζύμωση καθ’ όλη τη διάρκεια. Για να κάνεις το χαρμάνι υπάρχει μια πρώτη αλχημεία του παραγωγού, ο οποίος συγκεντρώνει ποτιστικά, άλλα με περισσότερο νερό, άλλα με λιγότερο, ποικιλίες από άλλα χωράφια, του λείπουν όμως το νίτρο και άλλα υλικά που παράγουν την καύση. Μια πρώτη αλχημεία που κάνει λοιπόν είναι η ανάμιξη των περσινών με τα φετινά καπνά. Μετά πρέπει να τα πάρεις απ’ το χωράφι, να τα λιάσεις στις λιάστρες, να τα βάλεις το φθινόπωρο μέσα στο σπίτι σε ψηλό σημείο για να αερίζονται και να μην τρίβονται. Έπειτα, πρέπει να τα κάνεις δέματα δύο φορές. Πρώτα παραγωγικά και μετά εξαγωγικά. Μια μεγάλη τελετή επίσης ήταν η εκφόρτωση στα μεγάλα φορτηγά. Γι αυτή τη δουλειά έπαιρναν πάντα ηλικιωμένους φορτωτές για να τα μεταχειρίζονται πιο τρυφερά και να μην τρίβονται μεταξύ τους. Αλλά και μετά, μέσα στα εργοστάσια η τελετουργία συνεχίζεται. Η διαλογή ανάμεσα στα μικρά φύλλα, τα μεγάλα, τα αρωματικά, τα σκάρτα. Θέλει μια καλή διαλογή πριν πάνε τα φύλλα στο κοπτήριο όπου γίνεται η παραγωγή των τσιγάρων. Κανένα προϊόν στον κόσμο δεν έχει αυτή τη λεπτεπίλεπτη μεταχείριση. Είναι σα μικρό παιδί. Έχει πολύ φροντίδα και μέριμνα μέχρι να φτάσει στον κάθε θεριακλή, είτε αυτός είναι ένας απλός άνθρωπος, είτε ένας συγγραφέας ή ένας πολιτικός. Εκεί υπάρχει και μια ισοδυναμία, ένας σοσιαλισμός του καπνίζειν. Μια κολεκτίβα. Απ’ όποια κοινωνική τάξη κι αν προέρχεται ο άλλος, φύλο ή φυλή, όλοι οι καπνιστές έχουν ένα κοινό, το κάπνισμα. Κι αρχίζουν μετά τα κεράσματα, γιατί το κέρασμα καπνού είναι μια ανάμιξη, είναι σα να κάνεις ένα δώρο ή να κερνάς ένα ποτό. Είναι και μια συναδέλφωση. Αν διαβάσεις κείμενα του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, στα χαρακώματα όλοι οι στρατιώτες είχαν ως κοινό τον καπνό. Το στοιχείο της συναλλαγής. Για ένα τσιγάρο σκοτώνεις και για ένα τσιγάρο πεθαίνεις. Είναι τεράστιες οι συμπεριφορές του καπνού. Είναι και ερωτικό κάλεσμα. Είχα ένα φίλο ο οποίος πήγαινε στην Πολωνία με τα Santé κι έβγαζε την κασετίνα και μαζεύονταν γύρω του οι Πολωνέζες και έλεγαν «Τι είναι αυτό;». Το έκανε επίτηδες και έπιανε. Είναι λεπτά ζητήματα που δεν έχουν αγγιχτεί ακόμα από μια κοινωνιολογία του καπνού, του τσιγάρου. Θα μπορούσε να είναι ένας ειδικός κλάδος της κοινωνιολογίας. Ένα μέρος είναι η παραγωγή που αφορά τον αγροτικό τομέα – μην ξεχνάμε ότι ο καπνός ήταν εθνικό προϊόν μέχρι το ’80. – και το άλλο είναι ο αντίκτυπός του στις κοινωνικές σχέσεις. Το ΄64 έριξε την κυβέρνηση το καπνικό ζήτημα. Όταν ήμουν πιτσιρίκι σκότωσαν έναν καπνοπαραγωγό μπροστά μου. Του ‘χουν κάνει άγαλμα τώρα πάνω. Τότε ήταν το ζήτημα της ανώτατης τιμής και πράγματι κυβέρνηση Ένωσης Κέντρου διπλασίασε τις τιμές. Τώρα πια στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από το ’95 και μετά τίποτα, τσιμπούκια. (γέλια). Να, είδες; Εισέβαλε και μια γραμματολογία του καπνού στην καθημερινή ζωή. Ο καπνός λοιπόν, μπαίνει πλάγια, με όρους παρανομίας και προσπαθεί να διεκδικήσει και πάλι την κοινωνική του θέση, όπως τότε που ήρθε παράνομα στην Ευρώπη από την βασίλισσα Βικτώρια. Τον έφερε μεν ο Κολόμβος ως εξωτικό πράγμα, αλλά δεν μπήκε με όρους αγοράς και χρήσης, μόνο για φαρμακευτικούς σκοπούς. Και μάλιστα γράφτηκαν λίβελοι ενάντια του καπνού. Οι μισόκπανοι ήταν μεγάλη κοινότητα που στρέφονταν εναντίον του. Πρώτα λοιπόν ο καπνός μπήκε στην φαρμακολογία και μετά στη λογοτεχνία. Χωρίς καπνό, δεν έγραφες τίποτα. Ο Μέλβιλ αναφέρει ότι στον Μόμπυ Ντίκ, χωρίς καπνό και καφέ δεν μπορούσε να γράψει γραμμή. Κι όχι μόνο αυτός.


Πριν δυο χρόνια τελείωσαν οι επιδοτήσεις. Αφού καταστράφηκε η παραγωγή το ’74, είπε η ΕΟΚ, θα σας δίνω το 1/3 των τελών που δηλώνετε την εποχή της παραγωγής, στη διάρκεια μια δεκαετίας. Αυτά τέλειωσαν. Οι άνθρωποι εκεί πέρα δεν μπόρεσαν να έχουν μια εναλλακτική παραγωγή. Από την άλλη έχουν και μια κουλτούρα, γιατί αν καλλιεργείς μια ζωή καπνό δεν μπορείς να κάνεις εύκολα κάτι άλλο μετά. Και τώρα αφού δεν μπόρεσαν να αναπληρώσουν τίποτα οι παραγωγοί, βάζουν λίγα – λίγα παράνομα. Όχι πολλά κιλά. Επιτρέπεται η παραγωγή για δική τους χρήση, αλλά δεν επιτρέπεται η διάδοση λόγω κράτους, για το φόρο δηλαδή. Όποτε το πρόβλημά τους τώρα είναι πως θα διακινήσουν τον καπνό. Ο αδερφός μου δηλαδή φέτος έχει διακόσια κιλά, πολύ καλό καπνό. Έχουν τις καβάτζες τους και με 25 – 30 ευρώ παίρνεις ένα κιλό πολύ καλό χαρμάνι. Τα πρωινά ταξί που φεύγουν απ’ το Αγρίνιο κουβαλάνε κούτες που απ’ έξω γράφουν «Γάλα ΝΟΥΝΟΥ» και μέσα έχουν καπνό. Κι εγώ προχθές που ήρθα με το ΚΤΕΛ, έβαλα στις τσάντες μου πέντε κιλά για τους φίλους. Ο τρόπος που γίνεται η διανομή έχει τεράστιο ενδιαφέρον. Επίσης για την διατήρηση το βάζεις σ’ ένα κουτί μπισκότων, το τρυπάς για να παίρνει αέρα κι έτσι δεν χάνει την υγρασία του. Η καλύτερη καπνοσακούλα βέβαια είναι από δέρμα γαϊδάρου.

Υπάρχει κι ένα φοβερό σύνθημα. Χασίς – Καπνός – Παναιτωλικός!

Κλιματολογικά, στη γραμμή 200 χιλιομέτρων από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα, είναι τα απόλυτα εδάφη και η καλύτερη ατμόσφαιρα για την παραγωγή καπνού. Τα οριεντάλ τύπου καπνά παράγονταν στην Σμύρνη. Εξαιρετικά καπνά. Οι καλύτεροι καπνοπαραγωγοί ήταν Έλληνες, τουρκεμένοι. Είναι τα κλίματα και οι ποικιλίες που εξασφαλίζουν την ποιότητα στα ανατολικού τύπου καπνά, που τα έπαιρναν μετά οι Αμερικάνοι, τα ανακάτευαν με τα δικά τους τα Virginia κι έφτιαχναν τα blend.

Το χαρμάνι είναι μεγάλη υπόθεση. Μερικοί καπνοί χύμα που δεν έχουν καλή γεύση και είναι σαν χόρτο, δεν είναι προσεγμένοι. Αν δεν βάλεις λίγο ξερικό δεν γίνεται. Το ξερικό βοηθάει στην καύση. Η μυρωδιά μετά είναι ένα θέμα. Για να μη μυρίζει χορταρίλα είτε αναμιγνύεις με λίγο του εμπορίου, ένα προς δέκα, ή βάζεις λίγη καμένη πορτοκαλόφλουδα όπως έκαναν οι παλιοί μάγκες. Ο καπνός είναι σε κατακόρυφη μορφή. Κάτω – κάτω είναι τα πατόφυλλα. Τα πατόφυλλα είναι για όταν δεν έχεις κάτι άλλο να καπνίσεις. Είναι σα να λες ή θα στρίψω φύλλα εφημερίδας να καπνίσω ή πατόφυλλα. Τα χρησιμοποιούν βέβαια ως κομμάτι μες το χαρμάνι. Αυτά που μένουνε πολύ απάνω, μιας και βγαίνουν πρώτα, φθείρονται πιο εύκολα. Τα καλά φύλλα είναι στο δεύτερο με τρίτο στρώμα, αυτά που είναι πιο κοντά στον ήλιο. Ο ήλιος θρέφει τα καπνόφυλλα. Χώρες όπως η Αλβανία και η Βουλγαρία που είναι βόρειες χώρες, δεν έχουν το ιδανικό κλίμα γι αυτό και πολλές φορές ο καπνός τους δεν είναι καλός. Ενώ στην Ελλάδα το κλίμα είναι ιδανικό. Που έχει πολύ ζέστη; Αγρίνιο, Άργος, Λάρισα. Όσες περιοχές χτυπάνε 40άρια. Και βέβαια υπάρχει και η Ξάνθη που βγάζει μικρά φύλλα, αρωματικά.


Πρέπει να δώσουμε ένα respect στους μερακλήδες καπνοπαραγωγούς. Θυμάμαι ο πατέρας μου άπλωνε τα φύλλα σταυρωτά για να τα παίρνει ο ήλιος και να μην έχουν διαφορά στο χρωματισμό. Να βγαίνουν μερικά ας πούμε πράσινα. Τα έφτιαχνε έτσι ώστε να είναι όλα λίρες όπως έλεγε, χρυσάφι.

Μετά είναι το ζαχάρωμα. Βγαίνει πάνω στο φύλλο ένα άσπρο, σαν ζάχαρη που δείχνει ότι έχει καλό στέγνωμα.

Είμαι ένας φιλόκαπνος που δεν κάπνισε ποτέ. Πήγαμε να σπουδάσουμε για να ξεφύγουμε από την βασανιστική παραγωγή. Τα χέρια μου έχουν ακόμα πολλές πληγές από το αρμάδιασμα. Τελικά του έδωσα μια θετικότητα όμως, κάτι σαν υπεραναπλήρωση. Μια λόγια προσέγγιση του περιβάλλοντος εκείνου. Τη δεκαετία του ’70 πέρασα από την Ιταλία και ήρθα σε επαφή με το κίνημα της Arte Povera. Η Arte Povera, ήταν ουσιαστικά η στρoφή των καλλιτεχνών στα μικρά και ασήμαντα. Στην παραγωγή, στις θρησκευτικές δοξασίες, στους λαϊκούς ανθρώπους. Ένα focus στην πραγματική ζωή με τον Φελίνι και τον Αντονιόνι να πρωτοστατούν. Οι πρώτες μου σκέψεις λοιπόν, ήταν να ασχοληθώ καλλιτεχνικά με ένα τέτοιο προϊόν. Είμαι καπνοπαραγωγός και είναι και εθνική παραγωγή της χώρας μου. Έτσι αποφάσισα να ασχοληθώ με το υλικό και να το διαστρέψω. Μες τα καπνοχώραφα γεννήθηκα. Είμαι μίγμα καπνού και ψαριού. Η καταγωγή μου λοιπόν ήταν καθοριστική για να ασχοληθώ καλλιτεχνικά με τον καπνό. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό, είναι και το σχόλιο, αυτό που συμβαίνει. Αυτό που συνέβη σε ‘μένα στην Ιταλία. Είναι ένα μίγμα καταγωγής και εκμάθησης. Το είδα λοιπόν σαν ύλη, άρχισα να απλώνω φύλλα πάνω σε τελάρα… Αυτό το χρυσίζον χρώμα του καπνού με ενέπνευσε. Αυτό που κάνω είναι η συνάντηση της καταγωγής με ένα σχόλιο ευρωμοντερνιτέ. Δεν είναι ούτε παραδοσιακό που λένε μερικοί, ούτε τίποτα. Αυτά είναι φούμαρα. Είναι το σχόλιο που έκανα στα είκοσι μου, όταν πήγαινε στο Fitz και έβλεπα και θαύμαζα τον Πενόνε με τα φίλα της δάφνης, να τα ξεραίνει κι όλα αυτά, είπα κι εγώ Μεσογειακός άνθρωπος είμαι και εκ των πραγμάτων έχω σχέση. Από ‘κει και πέρα προσπάθησα να το κάνω να είναι και προσωπικό αλλά και να επαφίεται μιας κουλτούρας ευρωπαϊκής. Έτσι αναπτύχθηκε μια μοιραία σχέση είκοσι πέντε χρόνων.

Είναι κάτι μαγικό. Ξεκινάς με την ύλη στην αρχή και μετά πας στις σχέσεις, τις μεγάλες προσωπικότητες, στην αμφισημία που ενέχει το κάπνισμα – από τη μία το κυνηγάς σαν καρκινογόνο κι απ’ την άλλη το γουστάρεις σαν ζωή. Δεν κάπνισα ποτέ. Έπαθα και μια ξεφτίλα μπροστά σε γυναικά. Πήγα να καπνίσω και μ’ έπιασε βήχας. Αλλά μετά αγάπησα και παντρεύτηκα μια γυναίκα που κάπνιζε. Όχι βέβαια μόνο γι αυτό. Έχει και ωραία μάτια, τσιγγάνικα.

Ο καλύτερος στίχος που μιλάει για καπνό λέει «Φύσηξε στο στόμα μου τα σύννεφα του καπνού σου, να τον κλείσω και να τον κρατήσω για πάντα μέσα μου.».

Αν κόβει το μάτι σου μπορείς να ψυχογραφήσεις κάποιον απ’ τον τρόπο που καπνίζει. Η Άννα Φρόιντ, κόρη του Φρόιντ, λέει ότι από την βρεφική ηλικία, από τον τρόπο που το παιδί βυζαίνει τη μάνα του, διαφαίνεται τι θα γίνει στο μέλλον. Αν π.χ. δαγκώνει τη ρώγα γίνεται ζωγράφος, αν τη γλύφει γίνεται γλύπτης. Αυτό μετά μεταβιβάζεται στο τσιγάρο. Δείχνει και τον τύπο της λίμπιντο, έχει μια σεξιστική προσέγγιση. Βέβαια αυτά τα συμπεράσματα είναι λίγο παρακινδυνευμένα. Δε μπορείς να κρίνεις κάποιον απόλυτα απ’ τον τρόπο που καπνίζει. Αν είσαι όμως παρατηρητής χρόνια, καταλαβαίνεις τι καπνό φουμάρει ο άλλος.

Ένα γάλλος κοινωνιολόγος μιλά για την ιδιοποίηση του ιδιωτικού χώρου απ’ τη μεριά της πολιτικής εξουσίας. Όταν σε εκφοβίζει λέγοντάς σου ότι καταστρέφεις τον εαυτό σου και πεθαίνεις, ιδιοποιείται τον ιδιωτικό σου χώρο. Το τσιγάρο που θα κάνεις εσύ, μετά το φαγητό, ή για να φλερτάρεις, να χαλαρώσεις… Ιδιοποιείται την απόλαυσή σου, ακόμα και το θάνατό σου. Τον ατομικό χώρο και χρόνο, τον διαθέτει όπως θέλει ο καθένας, ακόμα και αυτοκαταστροφικά. Αφού εσύ επιλέγεις. Οι άνθρωποι όμως, είναι σαν τα μικρά παιδιά. Όσο του απαγορεύεις κάτι, τόσο το κάνει. Άρα, χτυπάν τον καπνό για να αυξήσουν την παραγωγή. Όσο κι αν καταφέρονται εναντίον του τσιγάρου, δεν χάνεται η ανάγκη. Το κάπνισμα είναι το συστατικό ενός ρόλου. Επιβάλλεις στους άλλους τον ρόλο σου. Είναι μια αυτοσύσταση. Άλλωστε ο Κονδύλης, μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος που είχα την τύχη να γνωρίσω πριν πεθάνει, λέει «Ο κίνδυνος είναι πιθανός, αλλά η ηδονή βεβαία.».

Ο λόγος που ξεκινάει κάποιος το κάπνισμα είναι κυρίως ο κοινωνικός τύπος. Δε νομίζω ότι κάποιος ξεκινάει με το γευστικό ποτέ. Είναι το στυλ. Η μαγκιά. Ο θεριακλής κι αυτός που γεύεται, έχει περάσει από άλλα στάδια πρώτα και είναι κυρίως άλλης ηλικίας. Το θέμα της ελάττωσης του τσιγάρου είναι προσωπική πειθαρχεία. Έλλογο ον είσαι, ξέρεις τους κινδύνους, στο χέρι σου είναι. Και από την άλλη είναι και ο κίνδυνος του παθητικού καπνιστή. Κι εγώ τσακώθηκα με τη γυναίκα μου γιατί κάπνιζε μπροστά στα παιδιά. Πολλές φορές οι έλλειψη καπνού αντικαθίσταται από κάτι άλλο. Γι αυτό λέμε ότι μπορεί να καπνίσεις ακόμα και εφημερίδες. Η εισβολή ενός άλλου στοιχείου εντός σου, χρειάζεται και μια γενναιότητα. Είναι χημεία. Κάτι που μπαίνει και βγαίνει, που εκπνέεται, που προκαλεί νέφος και φεύγει.

Το τσιγάρο είναι επίσης ενδεικτικό της κοινωνικής τάξης. Άλλο να είσαι κάποιος που θα καπνίζει ένα Cohiba μετά από ένα λουκούλλειο γεύμα, κι άλλο να ‘σαι ένας φτωχοδιάβολος που ψάχνει να καπνίσει τις γόπες των άλλων, όπως στο Παρίσι του ’20, ή να ‘σαι στο στρατό και να μην έχεις τι να καπνίσεις και να στρίβεις φύλλα συκιάς.

Ο καπνός στην Αμερική έχει μεγάλη ιστορία. Οι Ίνκας, οι Μάγιας. Ανάλογα πράγματα κάνανε και στα Ελευσίνια Μυστήρια, η Πυθία στους Δελφούς. Είναι θεολογικό ζήτημα ο καπνός, σε όλες τις φυλές, τους λαούς και την προϊστορία τους.

Έχω πολλά καπνικά αντικείμενα. Πριν από είκοσι χρόνια βρήκα στην Γκλασκόβη, τις πρώτες πήλινες πίπες, που τις δίνανε κατά κόρων στους φαντάρους. Πίπες φυλακισμένων από πόδι κότας, από το μηριαίο οστό, έχω επίσης. Πήγαινα στο εξωτερικό σε παζάρια παράξενων αντικειμένων και αναζητούσα πολλά πράγματα.

Φώτο: Eftychia Vlachou
ough.gr

Διαβάστηκε 3771 φορές
Ακολουθείστε το AitoloakarnaniaBest.gr στο Google News
Συντακτική Ομάδα του AitoloakarnaniaBest.gr

Καθημερινή ενημέρωση με οτι καλύτερο συμβαίνει και ότι είναι χρήσιμο για τον κόσμο στην Αιτωλοακαρνανία. Σε πρώτο πλάνο η ανάδειξη του νομού, ως φυσική ομορφιά, πολιτισμικές δράσεις, ιστορικά θέματα, ενδιαφέροντα πρόσωπα και ομάδες και οτι άλλο αξίζει να αναδειχθεί.