Πέμπτη, 28η Μαρτίου 2024  9:44 πμ
 
wm small
Τρίτη, 31 Ιανουαρίου 2017 20:08

Βραβείο για την μαθήτρια Ελένη-Μαρίνα Βοτσαΐτη του Γυμνασίου Ευηνοχωρίου!

Αν βρίσκετε το άρθρο ενδιαφέρον κοινοποιήστε το

Η μαθήτρια της Β’ τάξης του Γυμνασίου διακρίθηκε στον μαθητικό διαγωνισμό που διοργάνωσε η Ιερά Μητρόπολη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου…

Συγκεκριμένα, η Ελένη-Μαρίνα Βοτσαΐτη με το άρθρο της «Πιστεύω χωρίς αμφιβολίες» κέρδισε το δεύτερο βραβείο στον μαθητικό διαγωνισμό για τους Τρεις Ιεράρχες με θέμα: «Ο λόγος του Μεγάλου Βασιλείου προς τους νέους: πώς να ωφελούνται από τα ελληνικά γράμματα».

Η νεαρή μαθήτρια πήρε έναν έπαινο, μια εικόνα ένα βιβλίο και 50 ευρώ για την ιδιαίτερη ανάπτυξη του θέματος.

Ακολουθεί το βραβευμένο κείμενο της μαθήτριας:

«Πιστεύω χωρίς αμφιβολίες»

Διήγημα της μαθήτριας Ελένης Μαρίνας Βοτσαΐτη του Γυμνασίου Ευηνοχωρίου

Η Κυριακάτικη λειτουργία έφτασε στο τέλος της. Με ανυπομονησία λαμβάνω το αντίδωρο και νευρική ξεκινάω για το σπίτι μου.Όταν έφτασα,χαιρέτισα τις γειτόνισσες, άφησα το φυλλάδιο της Μητρόπολης, που κάθε Κυριακή μοιράζεται στους εκκλησιάζοντες στο τραπέζι της κουζίνας και άρχισα να τρέχω άτσαλα ως το δωμάτιό μου. Ασυνείδητα κλείδωσα με κρότο την πόρτα και με μια δρασκελιά ρίχτηκα στο κρεβάτι μου.

Κάθισα ανάσκελα με τα μάτια καρφωμένα στο κενό. Θα ‘ρθει… Δεν θα ‘ρθει… Ίσως έρθει.. Όχι, είμαι τελείως χαμένη, δεν θα ‘ρθει. Τι να κανω; Της στέλνω με το τηλέφωνό μου μήνυμα: «Θα έρθεις σήμερα κατηχητικό;» Ο εκνευριστικός ήχος εισερχομένου μηνύματος με ειδοποιεί: «Θα δεις!». Τι σημαίνει το «Θα δεις!», συλλογιέμαι. Βαλτωμένη μέσα στις αρνητικές μου σκέψεις, βυθίστηκα σε έναν λήθαργο που δεν άργησαν να μου τον χαλάσουν.

«Ελένη! Άνοιξε την πόρτα!». Η καμπανιστή φωνή του μικρού μου αδερφού ήχησε στ’ αυτιά μου υστερική. Με μισόκλειστα μάτια κοίταξα το ρολόι. Δώδεκα ακριβώς; Έπεσα πάνω στην ντουλάπα, μπέρδεψα τα πόδια μου στις ριγμένες στο πάτωμα εγκυκλοπαίδειες – πόσες φορές μου είπε να τις μαζέψω η μητέρα μου; – χτύπησα το πόδι μου στο ξύλο του γραφείου, αναποδογύρισα την καρέκλα και μαζί μ’αυτή αναποδογυρίστηκα κι εγώ. «Βρε Ελένη, θα αργήσεις!» . Μετά απ’ όλη αυτήν την οδύσσεια και με μια μόνο μελανιά στο γόνατο, κατάφερα να φτάσω στο χερούλι της πόρτας. Καλέ πώς πέρασε έτσι η ώρα;

Ξεκλείδωσα την πόρτα, χαιρέτησα τον αδερφό μου και την υπόλοιπη οικογένεια και άρχασα να τράχω προς το Πνευματικό Κέντρο του χωριού. Στηντελευταία στροφή επιβράδυνα το βήμα μου για να ηρεμήσω.Ευτυχώς το τμήμα των γυμνασιοπαίδων δεν είχε αρχίσει το μάθημα.Εξονυχιστικά άρχισα να χτενίζω με το βλέμμα μου όλα τα πρόσωπα των παιδιών. Κάπου απόμερα, στεκόταν μόνη της, όπως τις περισσότερες φορές η φίλη μου, Άννα.

Η Άννα ήταν ένα συμπαθητικό κορίτσι με ζεστά, μελιά μάτια. Ο ήλιος έλουζε με ασημένιες ανταύγειες τα σκουρόχρωμα, μακριά μαλλιά της και έκανε το αλαβάστρινο δέρμα της να φαντάζει περσελάνινο.

  Μου χάρισε ένα όμορφο χαμόγελο και πλησίασε προς το μέρος μου.  Το θέμα της σημερινής συζήτησης μας το είχε εξηγήσει από την προηγούμενη φορά ο παπα – Αρσένης.Μας το είχε υποδείξει με σκοπό να προσπαθήσουμε να καταφέρουμε να φέρουμε στο κατηχητικό έναν φίλο μας. Έναν φίλο που θα του άρεσε η ιδέα του κατηχητικού. Επίσης, γιατί το κέντρο προβληματισμού μας στο σημερινό μάθημα θα ήταν ο λόγος του Μεγάλου Βασιλείου προς τους νέους και η ωφέλειά τους από τα ελληνικά γραμματα.

«Χαίρομαι που ήρθες», της είπα γλυκά. «Και εγώ χαίρομαι που ήρθα», μου απάντησε. Χαιρόταν που είχε έρθει. Τι ωραία!Ίσως να ερχόταν και στο επόμενο μάθημα. Μπορεί και στο μεθεπόμενο.Μπήκαμε μαζί μέσα στο γνωστό για μένα κτίριο, άγνωστο ακόμα για ‘κεινη.Φίλησα με σεβασμό το χέρι του ιερέα- κατηχητή , κάτι το οποίο μιμήθηκε και η φίλη μου. Ο παπά – Αρσένης χάιδεψε τρυφεράκαι με τη στοργή ενός πατέρα την όμορφη κόμη της Άννας και μας έδειξε τις καρέκλες για να καθίσουμε. «Ξεκινήσαμε καλά», είπα από μέσα μου. Έτσι χωρίς να θέλω να μου χαλάσει τη διάθεση το ανέκφραστο πρόσωπο της φίλης μου, αποφάσισα να μην την ξανακοιτάξω. Και ξεκίνησε το μάθημα.

«Αγαπητά μου παιδιά και νεοφερμένα όμορφα προσωπάκια, χαίρομαι πολύ που είστε εδώ για πρώτη φορά και εύχομαι να μην είναι η τελευταία»,  είπε ο παπά – Αρσένης και εγώ έσφιξα με ελπίδα το χέρι της φίλης μου. «Για τον άνθρωπο  και τα άλλα ζώα, τα λουλούδια είναι καλά μονάχα για το άρωμα και το χρώμα τους. Για τις μέλισσες , όμως, υπάρχει και κάτι άλλο σ΄αυτά: το μέλι. Έτσι και εδώ. Όσοι στα συγγράμματα των αρχαίων Ελλήνων δεν αναζητούν μονάχα τη γλύκα και  τη χάρη του λόγου μπορούν να αποκομίσουν και κάποια ωφέλεια για την ψυχή. Πρέπει, λοιπόν, αυτά τα συγγράμματα να τα ακολουθούμε όπως το παράδειγμα των μελισσών. Θα μελετήσουμε τα κείμενα του Μ. Βασιλείου και θα πάρουμε απ΄αυτά ό, τι συγγενεύει με την αλήθεια και μας χρειάζεται. Τα υπόλοιπα θα τα αφήσουμε πίσω μας», αυτά και άλλα πολλά έθιξε ο κατηχητής.

Όση ώρα μιλούσε ο ιερέας, δεν αντιστάθηκα και κατέληξα να παρακολουθώ τις διάφορες  εκφράσεις της Άννας. Ήμουν σίγουρη ότι δεν ήταν σύμφωνη με όλα τα σημεία του λόγου του Μ. Βασιλείου και του κατηχητή. Όταν μας έδωσε το λόγο για ερωτήσεις, η φίλη μου τέντωσε ψηλά, απότομα και γρήγορα το χέρι της. Ο πράος κατηχητής παρατήρησε τον προβληματισμό της και την κάθετη διαφωνία στο παιδικό πρόσωπο της φίλης μου. Έτσι της έδωσε το λόγο.

«Αν όπως λέτε δεν πρέπει να παραδώσουμε το τιμόνι του νου μας στους αρχαίους συγγραφείς, γιατί απλά να μην εμπιστευόμαστε την κρίση μας; Γιατί οι δικές μας ελπίδες πάνε πολύ μακρύτερα; Τι σημασία έχει αν οι απόψεις μας συμπίπτουν ή όχι με του Μ. Βασιλείου;». Η  καυστική Άννα λαχανιασμένη σταμάτησε απότομα. Τα κουρασμένα μάτια του κατηχητή την κοίταζαν ανέκφραστα. Ένιωθα τις βλοσυρές ματιές των από πίσω και των από δίπλα να μου καρφώνουν την πλάτη ανελέητα. Από την αρχή ήξερα πως δεν έπρεπε να πω στην Άννα να έρθει μαζί μου. Ήταν λάθος μου και δεν θα έκανα τον ιεραποστολικό μαγνήτη άλλη φορά. Και τι έγινε; Μήπως χάθηκαν οι μέρες; Ποτέ δεν πίστεψα ότι θα ήταν τόσο  αντίθετη με αυτά που θα άκουγε εδώ.

Ο κατηχητής της απάντησε ήρεμα: «Αγαπητή μου είσαι αρκετά έξυπνη για να εξηγήσεις τους προβληματισμούς σου. Σου το λέω αυτό, γιατί είμαι σίγουρος πως γνωρίζεις τις απαντήσεις». Κόκκινη από εκνευρισμό η Άννα και κόκκινη και εγώ από ντροπή δεν ξαναμιλήσαμε την ώρα του μαθήματος. Πολλά ερωτήματα βούιζαν  στο κεφάλι μου, αλλά δεν θα τα απαντούσα αν δεν είχα το θάρρος να ρωτήσω την Άννα.

  Όταν τελείωσε το μάθημα ,η Άννα σηκώθηκε αθόρυβα και έφυγε. Δεν είπε αντίο σε κανέναν και ας ετοιμαζόμασταν να κάνουμε προσευχή. Όταν τα υπόλοιπα παιδιά βγήκαν, άρχισα να τρέχω μήπως και την προλάβω. Τελικά την έφτασα λίγο πριν το σπίτι της. «Είσαι καλά;», τη ρώτησα λαχανιασμένη. «Τα λέμε στο σχολείο», μου είπε και χάθηκε μέσα σε μια πυκνή συστάδα δένδρων. Με κομμένα τα φτερά τράβηξα νωχελικά και απρόθυμα για το σπίτι. Όταν έφτασα, δεν είχα καμιά όρεξη για το ψητό κοτόπουλο της μαμάς.

Η καινούρια σχολική εβδομάδα ξεκίνησε με μένα και την Άννα να έχουμε μόνο τυπικές συνομιλίες. Όσες φορές προσπάθησα να την προσεγγίσω γινόταν όλο και πιο απόμακρη.

Την τελευταία ώρα είχαμε φιλοσοφία. Όλοι εξουθενωμένοι μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Παρακολουθούσαμε μισοκοιμισμένοι την καθηγήτρια. Στην ενότητα της Ηθικής όλοι βαριόμασταν αφόρητα. Ξαφνικά τα ηχηρά λόγια της Άννας μου φάνηκαν ψεύτικα. Ήταν όμως αληθινά! Μιλούσε με τόση θέρμη για τα ανήθικα λόγια, πώς περνάμε στις ανήθικες πράξεις και πώς μπορούμε να προφυλάξουμε την ψυχή μας. Ένιωθα τόσο περήφανη. Σα να άκουγα τον παπα-Αρσένη. Όταν χτύπησε το κουδούνι ρίχτηκα λυσσαλέα στην αγκαλιά της. «Την Κυριακή μην ξεχάσεις έχουμε κατηχητικό!», μου είπε. Ήμουν πολύ χαρούμενη.

  Καθώς επέστρεφα στο σπίτι, ξαναμμένη όπως ήμουν, παρατήρησα πως η αποχαυνωτική ζέστη του  μεσημεριού όπως και τα πάντα γύρω μου ήταν υπέροχα. Ένα μικροσκοπικό κρυσταλλάκι φάνηκε σαν μυστικό στην άκρη του ματιού μου, γλιστρώντας δροσερά στο αναψοκοκκινισμένο μάγουλό μου. Είχα γίνει ιεραπόστολος αγάπης! Είχα προσπαθήσει να κάνω ένα παιδί να θέλει να μάθει το λόγο του Θεού και το είχα καταφέρει. Άγιε Βασίλειε, σου αξίζει το προσωνύμιο ‘Μέγας’! Γιατί είσαι πραγματικά μεγάλος. Τελικά, σκεφτόμουν καθώς έκοβα μια ζέρμπερα από τα χαμόκλαδα για να τη στεριώσω μάταια -όπως πάντα- στα σγουρά, ατίθασα μαλλιά μου, πως η κλασσική παιδεία συντελεί στην ηθική διαπαιδαγώγηση, είναι ωφέλιμη και πρέπει να συλλέγεται από παντού. Φωτεινό παράδειγμα οι μέλισσες, που συλλέγουν το νέκταρ από όλα τα λουλούδια για να παραχθεί το μέλι. Η μελέτη αρχαίων συγγραμμάτων θα αποτελεί προπαιδεία για την αρετή, απορρίπτοντας ωστόσο τη μυθολογία. Βγάζοντας συμπέρασμα κριτήριο αλήθειας και πυξίδα της προσωρινής ζωής μας πρέπει να είναι ο δρόμος για την αιωνιότητα.

Καθώς προχωρούσα έπεσε πάνω σε ένα δένδρο. Κάποιοι περαστικοί γέλασαν, εγώ όμως τους χαιρέτησα χωρίς να τσιγκουνευτώ ένα λαμπερό χαμόγελο. Μόλις συνήλθα τελείως, παρατήρησα πως είχα προχωρήσει αρκετά περνώντας το σπίτι μου. Άλλαξα πορεία και άρχισα να τρέχω ρυθμικά. Χαιρέτησα τις γειτόνισσες και μπήκα στο σπίτι. Φίλησα τον πατέρα και τη μητέρα μου, πείραξα τον αδελφό μου και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιό μου. Κλείδωσα –χωρίς να το καταλάβω-και άρχισα να γράφω το ημερολόγιό μου. Τελικά λυπάμαι που αμφέβαλλα. Έπρεπε να πιστέψω από την αρχή στην Άννα και να μη μετανιώσω που την κάλεσα να έρθει μαζί μου στο κατηχητικό.

Στοιχεία Μαθήτριας: Ελένη-Μαρίνα Βοτσαΐτη, Β΄ Γυμνασίου Ευηνοχωρίου Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Παρασκευή Μπάρλα – Φιλόλογος

http://iaitoloakarnania.gr

Διαβάστηκε 1292 φορές
Ακολουθείστε το AitoloakarnaniaBest.gr στο Google News
Συντακτική Ομάδα του AitoloakarnaniaBest.gr

Καθημερινή ενημέρωση με οτι καλύτερο συμβαίνει και ότι είναι χρήσιμο για τον κόσμο στην Αιτωλοακαρνανία. Σε πρώτο πλάνο η ανάδειξη του νομού, ως φυσική ομορφιά, πολιτισμικές δράσεις, ιστορικά θέματα, ενδιαφέροντα πρόσωπα και ομάδες και οτι άλλο αξίζει να αναδειχθεί.